Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Κυριακή, 19 Ιανουαρίου 2014 02:00

Δείκτες Ποιότητας Υγειονομικής Περίθαλψης κατάλληλοι για σύγκριση μεταξύ των Χωρών—Μελών του ΟΟΣΑ (Πέτρος Λαθήρας)

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Ο Πέτρος Λαθήρας  είναι πτυχιούχος  οικονομικών με μεταπτυχιακό στις προβλέψεις στην οικονομία και στις επιχειρήσεις και διδακτορικό δίπλωμα στην εφαρμοσμένη οικονομετρία. Έχει επαγγελματική εμπειρία στον ιδιωτικό (επιχειρήσεις κτλ) και δημόσιο τομέα (διδασκαλία σε πτυχιακές σπουδές και μεταπτυχιακά προγράμματα, ως εργολήπτης) με αναφορές στο συγγραφικό επιστημονικό του έργο από διεθνείς οργανισμούς- φορείς, βιβλία και επιστημονικά άρθρα. Σήμερα διατηρεί γραφείο υποστήριξης και εκπόνησης  μελετών και στατιστικής ανάλυσης σε διάφορα γνωστικά αντικείμενα και επιστημονικά πεδία. 

Email:statistaid@gmail.com


Το 2002 ξεκίνησε από τον ΟΟΣΑ  ένα πρόγραμμα κατασκευής  δεικτών υγειονομικής περίθαλψης  που είχε ως στόχο να μετρήσει και να συγκρίνει την ποιότητα  παροχής  υπηρεσιών υγείας σε διάφορες χώρες-μέλη του οργανισμού.

Μια ομάδα εμπειρογνωμόνων ανέπτυξε ένα σύνολο ποιοτικών δεικτών σε επίπεδο  συστημάτων υγείας, το οποίο επιτρέπει να αξιολογήσει τον αντίκτυπο συγκεκριμένων παραγόντων στην ποιότητα των υπηρεσιών.

Το σύνολο αυτών των δεικτών, οι οποίοι θεωρούνται κατάλληλοι να χρησιμοποιηθούν για σύγκριση μεταξύ των  χωρών – μελών, παρουσιάστηκε σε πρόσφατη δημοσιευμένη έρευνα του ΟΟΣΑ (Health at a Glance 2013) και αναπαράγονται περιληπτικά και αποσπασματικά στο κείμενο που ακολουθεί.

 

1.      Αποφευκτές εισαγωγές των ασθενών σε νοσοκομεία

Τα περισσότερα συστήματα υγείας έχουν αναπτύξει ένα πρωτοβάθμιο επίπεδο υγείας με στόχο την καλύτερη διαχείριση και υποστήριξη των ασθενών,  των οποίων η ζωή δεν είναι σε άμεσο κίνδυνο, καθώς και στην απόφαση να εισαχθούν σε νοσοκομείο η να μην εισαχθούν. Στα πλαίσια της αυξανόμενης επικράτησης των χρόνιων ασθενειών, η επίτευξη μιας ποιοτικής πρωτοβάθμιας περίθαλψης συνιστά βασική προτεραιότητα σχεδόν σε κάθε σύστημα υγείας. Το άσθμα, η χρόνια  αποφρακτική πνευμονική πάθηση (ΧΑΠΠ) (chronic obstructive pulmonary disease, COPD) και ο διαβήτης θεωρούνται τρείς από τις επικρατέστερες χρόνιες  παθήσεις. Η αποφυγή της εισαγωγής  του ασθενή σε νοσοκομείο  συνιστά όχι μόνο εξοικονόμηση για ένα σύστημα υγείας αλλά συχνά βελτιώνει και τη θέση του ασθενή. Πολλά συστήματα υγείας προσπαθούν να μειώσουν τη χρήση του νοσοκομείου για παθήσεις που μπορεί να τις διαχειριστεί η  πρωτοβάθμια περίθαλψη.

Από τα στοιχεία που δίνονται, οι εισαγωγές ασθενών σε νοσοκομεία για αυτές τις τρείς χρόνιες παθήσεις  από το 2006 έως το 2011 έχουν  κατά μέσο όρο μειωθεί (π.χ. -3,4% για το άσθμα και -2,6% για τη ΧΑΠΠ).

 

2.        Συνταγογράφηση στην πρωτοβάθμια υγεία.

Πέρα από  την πληροφόρηση για την κατανάλωση και δαπάνη φαρμάκων, η πληροφόρηση σχετικά με τη συνταγογράφηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως δείκτης ποιότητας ενός συστήματος υγείας.  Αν και είναι δύσκολο να βρεθεί ποιο είναι το βέλτιστο επίπεδο συνταγογράφησης, οι διακυμάνσεις του  όγκου συνταγογράφησης αντιβιοτικών συνιστά ένα καλό δείκτη της ποιότητας ενός συστήματος υγείας. Ο δείκτης που χρησιμοποιείται είναι ο συνολικός όγκος αντιβιοτικών (κινολόνες κεφαλοσπορίνες ) που συνταγογραφούνται.

Στο διάγραμμα που ακολουθεί απεικονίζεται ο όγκος αντιβιοτικών στη πρωτοβάθμια υγεία σε εθνικό επίπεδο.

 

Διάγραμμα1. Συνολικός Όγκος αντιβιοτικών [που συνταγογραφήθηκαν το 2010.]

DDDs ημερησίως ανά πληθυσμό 1000 ατόμων.

Σημείωση: σε όποια χώρα προσάπτεται η μονάδα ως εκθέτης ( 1) ο όγκος των αντιβιοτικών αφορά όλους τους τομείς υγείας και όχι μόνο την πρωτοβάθμια.   

 

Η Χιλή, η Εσθονία και η Ολλανδία έχουν το χαμηλότερο όγκο αντιβιοτικών που συνταγογραφούνται  ενώ τον υψηλότερο έχει η Ελλάδα (σχεδόν διπλάσιο από το μέσο όρο των χωρών μελών του ΟΟΣΑ).  

 

3.      Θνησιμότητα μετά από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου

 Η θνησιμότητα που προέρχεται προερχόμενη από τη στεφανιαία νόσο έχει μειωθεί σημαντικά από τη δεκαετία του 1970. Αυτή η μείωση μπορεί να αποδοθεί έως ένα σημείο στις βελτιωμένες θεραπείες και συγκεκριμένα όσον αφορά το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου (acute phases of myocardial infarction -AMI).  Σύμφωνα με την έρευνα, ο δείκτης που υποδηλώνει το επίπεδο ποιότητας σε αυτόν το τομέα είναι  το ποσοστό θνησιμότητας των ασθενών μετά από 30 ημέρες αφού εισήχθησαν στο νοσοκομείο. Η εν λόγω μέτρηση αντανακλά την διαδικασία περίθαλψης του ασθενή (π.χ. χρονική συνέπεια στη μεταφορά του ασθενή, αποτελεσματικότητα ιατρικών επεμβάσεων) και επηρεάζεται όχι μόνο από την ποιότητα περίθαλψης  που παρέχεται στα νοσοκομεία αλλά  και από τις διαφορές που υπάρχουν στη μεταφορά του ασθενή στα νοσοκομεία, την οξύτητα του εμφράγματος και τη μέση διάρκεια παραμονής στα νοσοκομεία. Οι δείκτες παρουσιάζονται  με βάση το νοσοκομείο, στο οποίο γίνεται η εισαγωγή, η περίθαλψη και το μοιραίο περιστατικό και με βάση τα ποσοστά θνησιμότητας ανεξάρτητα από όπου εμφανίζονται. Στη πρώτη περίπτωση η Δανία παρουσιάζει τα χαμηλότερα (καλύτερα)  ποσοστά,  ενώ το Μεξικό τα χειρότερα. Στη δεύτερη περίπτωση , δηλ. ανεξάρτητα από πού εμφανίζονται τα περιστατικά,  ο μέσος όρος για τις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 10,8% και κυμαίνεται μεταξύ 8,2% (Νορβηγία) και 18,8% Ουγγαρία. Για την Ελλάδα δεν εμφανίζονται στοιχεία.

 

4.      θνησιμότητα μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο

Ο τρόπος μέτρησης του δείκτη είναι ίδιος με τον τρόπο μέτρησης του  δείκτη του εμφράγματος του μυοκαρδίου (30 μέρες μετά την εισαγωγή του ασθενή στο νοσοκομείο ή ανεξάρτητα από πού συνέβη το επεισόδιο) έχοντας ως  ηλικιακό όριο τα 45 έτη και πάνω. Στη πρώτη περίπτωση που ο ασθενής χάνει τη ζωή του στο ίδιο το νοσοκομείο, στο οποίο του έγινε η εισαγωγή, τα ποσοστά θνησιμότητας εμφανίζονται υψηλότερα στο Μεξικό (19,6%), στη Σλοβενία (12,8%) και στην Τουρκία (11,8%). Ποσοστά χαμηλότερα του 5% παρουσιάζονται στην Ιαπωνία, Κορέα, Δανία και Η.Π.Α.. Ας σημειωθεί ότι τα ποσοστά από εγκεφαλικό επεισόδιο συσχετίζονται θετικά με τα ποσοστά που προαναφέρθηκαν σχετικά με το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Στη δεύτερη περίπτωση (ανεξάρτητα δηλαδή από το πού συνέβη το επεισόδιο) στις 19 χώρες του ΟΟΣΑ  για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία ο μέσος όρος  είναι 11,2%. Για την Ελλάδα δεν υπάρχουν στοιχεία.

 

5.      Χειρουργικές  επιπλοκές

Η ασφάλεια των ασθενών παραμένει ένα από τα πιο προεξέχοντα ζητήματα  στην πολιτική υγείας και το  δημόσιο διάλογο. Τα υψηλά ποσοστά λαθών κατά τη διάρκεια της ιατρικής  περίθαλψης έχουν καταδειχθεί επανειλημμένα.  Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ,  περισσότεροι είναι οι άνθρωποι που  πεθαίνουν από τα ιατρικά λάθη παρά από τραυματισμούς  σε τροχαία  ή από τον καρκίνο του μαστού.

Τα χαμηλότερα ποσοστά επιπλοκών εμφανίζονται στο Βέλγιο, στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, ενώ τα υψηλότερα εμφανίζονται στη Σλοβενία και στην Αυστρία (διπλάσια από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ). Όσο αφορά δυσμενή γεγονότα, όπως η  μετεγχειρητική σηψαιμία, η οποία δεν μπορεί να αποφευχθεί πλήρως, καθότι αρκετές εγχειρητικές διαδικασίες είναι υψηλού κινδύνου, το Βέλγιο, η Δανία και το Ισραήλ αναφέρουν τα χαμηλότερα ποσοστά,  ενώ τα υψηλότερα αναφέρονται  στην Ελβετία,  στη Ν. Ζηλανδία και στην Αυστραλία.

 

6.      Μαιευτικό  τραύμα  (Obstetric trauma)

Η ασφάλεια της ασθενούς κατά τη διάρκεια του τοκετού μπορεί να αξιολογηθεί με την εξέταση του κατά πόσο έχει αποφευχθεί το σχίσιμο του περινέου. Ο ΟΟΣΑ χρησιμοποιεί δύο δείκτες. Ο πρώτος αφορά το μαιευτικό τραύμα με υποβοηθούμενη κολπική γέννηση (διάγραμμα 2 ) και ο δεύτερος  δείκτης δίχως υποβοηθούμενη κολπική γέννηση (διάγραμμα 3).  Αν και θεωρούνται σχετικά αξιόπιστοι ως δείκτες η συνέπεια με την οποία παρουσιάζεται από τις διάφορες χώρες μπορεί να προβληματίσει ειδικά σε περιπτώσεις συγκρίσεις μεταξύ των χωρών. Για παράδειγμα πάντα υπάρχει ο φόβος της προσφυγής στο δικαστήριο από πλευράς ασθενή και αυτό μπορεί να προκαλέσει ψευδείς αναφορές. Τα στοιχεία μπορούν να θεωρηθούν πιο αξιόπιστα, όταν προέρχονται από συστήματα υγείας των οποίων οι σχετικές αναφορές καταγράφονται από δευτεροβάθμιες διαγνώσεις ή στηρίζονται σε ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό που μπορεί να προσδιορίσει και να κωδικοποιήσει τα δυσμενή γεγονότα από τα κλινικά αρχεία των ασθενών παρά από τους νοσοκομειακούς γιατρούς.

 

Διάγραμμα 2.  Μαιευτικό Τραύμα με υποβοηθούμενη κολπική γέννηση για το 2011 (η πλησιέστερο έτος προς το 2011)

Ακατέργαστα ποσοστά ανά 100 υποβοηθούμενες κολπικές γεννήσεις.

 

 

Διάγραμμα 3. Μαιευτικό Τραύμα με υποβοηθούμενη κολπική γέννηση για το 2011 (η πλησιέστερο έτος προς το 2011)

Ακατέργαστα ποσοστά ανά 100 υποβοηθούμενες κολπικές γεννήσεις.

 

7.      Μη προγραμματισμένη επανεισαγωγή   σε νοσοκομεία  ασθενών  με ψυχικές διαταραχές

Οι  ψυχικές και συμπεριφορικές διαταραχές, όπως η κατάθλιψη, το άγχος, η σχιζοφρένεια  και η διπολική διαταραχή έχουν αυξηθεί σημαντικά την εικοσαετία 1990-2010 με υψηλό  κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Αν και στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ υπάρχουν κοινοτικά κέντρα ψυχικής υγείας για την περίθαλψη των ασθενών με ψυχικές διαταραχές, τα βαριά περιστατικά περιθάλπονται στα νοσοκομεία. Ωστόσο,  αν κριθεί  ότι ο ασθενής  μπορεί να έχει εξιτήριο, συνήθως δεν επανεισάγεται στο νοσοκομείο μετά από 30 ημέρες, εφόσον έχει προηγηθεί μια συντονισμένη παρακολούθηση της υγείας του.  

Η αναλογία των ασθενών που επανεισάγονται στα νοσοκομεία μέσα σε  30 ημέρες  χρησιμοποιείται ως δείκτης έλλειψης σωστής διαχείρισης των συνθηκών ψυχικής υγείας  εκτός νοσοκομείου. 

Το 2011, πάνω από το 15% των ασθενών που έπασχαν από σχιζοφρένεια επανεισάχθηκαν στο νοσοκομείο μέσα σε 30 ημέρες στο Ισραήλ, στην Κορέα στην Αυστραλία, στη Δανία και στη Σουηδία, ενώ το ποσοστό για το Μεξικό και την Πορτογαλία ανήλθε σε 5% (διάγραμμα 4).

 

Διάγραμμα 4. Επανεισαγωγή ασθενών με σχιζοφρένεια στο ίδιο νοσοκομείο

Σημείωση: τα ποσοστά έχουν τυποποιηθεί (standardized) με βάση την ηλικία και το φύλο.

 

Περίπου την ίδια θέση έχουν οι χώρες για την διπολική διαταραχή. Ωστόσο η  Βρετανία βίωσε αύξηση των επανεισαγόμενων ασθενών,  ενώ στην Ιταλία παρατηρήθηκε μείωση και για τις δύο ψυχικές διαταραχές μεταξύ των ετών 2006 και 2011.

 

8.      Αύξηση της θνησιμότητας από ψυχικές διαταραχές

Το υψηλό ποσοστό (πέρα από το κανονικό)  θνησιμότητα  από ψυχικές διαταραχές εκπροσωπείται από το λόγο του ποσοστού θνησιμότητας των ασθενών με το ποσοστό θνησιμότητας του πληθυσμού της εκάστοτε χώρας. Όταν η τιμή του λόγου είναι μεγαλύτερη της μονάδας, αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές  έχουν περισσότερες πιθανότητες να αποβιώσουν από ό, τι ο υπόλοιπος πληθυσμός. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη δυνατότητας πρόσβασης αλλά και χρήσης της περίθαλψης που  θα πρέπει να έχουν οι ασθενείς αλλά και στην χαμηλή σε ποιότητα περίθαλψη που θα τους δοθεί.

 

Διάγραμμα 5.  Το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας από σχιζοφρένεια, 2001, 2006 & 2011 (ή πλησιέστερο του 2011 έτος).

 

Η Νέα Ζηλανδία είναι η μόνη χώρα που κατάφερε να επιτύχει σημαντικά ποσοστά βελτίωσης της θνησιμότητας  λόγω σχιζοφρένειας αλλά και διπολικής διαταραχής. Τα τελευταία 20 χρόνια η Ν. Ζηλανδία έχει δώσει ιδιαίτερο βάρος στο σύστημα υγείας της για την αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών δίνοντας έμφαση στην πρόληψη και πρώιμη παρέμβαση  βοηθώντας τους ανθρώπους να βελτιώσουν τη ζωή τους  και να ζήσουν ανεξάρτητοι. Επιπλέον, διευκόλυναν την πρόσβαση σε εξειδικευμένα κέντρα ψυχικής υγείας με την οικογένεια του ασθενούς να έχει σημαντικό ρόλο σε όλη τη διαδικασία.  

 

9.      Έλεγχος, επιβίωση και θνησιμότητα  του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας

Σχεδόν οι μισές χώρες του ΟΟΣΑ διεξάγουν ελέγχους  που βασίζονται σε προγράμματα των συστημάτων υγείας τους, των οποίων όμως η χρονική περιοδικότητα και οι στοχευμένες ομάδες πληθυσμών ποικίλλουν από χώρα σε χώρα. Το 2011, τα ποσοστά ελέγχου στις χώρες του ΟΟΣΑ κυμαίνονταν μεταξύ 15,5% (Τουρκία) και 85% ( Η.Π.Α.). Η Αυστρία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Νορβηγία και η Ν. Ζηλανδία είχαν ποσοστά 75%. Στη Βρετανία και στην Ισλανδία τη τελευταία δεκαετία τα ποσοστά ελέγχου εμφανίζονται πολύ μειωμένα.

Τα τελευταία χρόνια τα ποσοστά  επιβίωσης από τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας  έχουν αυξηθεί κυρίως χάρη στην αποτελεσματικότητα των ελέγχων και των θεραπειών. Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση στο ποσοστό  επιβίωσης που παρουσιάζει η Ισλανδία (16%). Γενικά, το ποσοστά επιβίωσης κυμαίνονται από 52,7%  (Πολωνία) σε 76,8% (Κορέα) για το 2011. Ας σημειωθεί  ότι χώρες που εμφανίζουν να έχουν μεγαλύτερη κάλυψη ελέγχων όπως  οι Η.Π.Α., η Γερμανία και η Ν. Ζηλανδία έχουν χαμηλότερα ποσοστά επιβίωσης.

Όσον αφορά τη θνησιμότητα τα ποσοστά της έχουν μειωθεί τη δεκαετία 2001 έως το 2011 σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ με εξαίρεση την Ελλάδα, την Εσθονία, την Ιρλανδία, το Βέλγιο και την Αυστρία. Ας σημειωθεί ότι η Ελλάδα το 2001 βρισκόταν στις πρώτες πέντε θέσεις με τη μικρότερη θνησιμότητα, ενώ το 2011 έπεσε στην 15η θέση (διάγραμμα  6).

 

Διάγραμμα 6. Θνησιμότητα από καρκίνο του τράχηλου της μήτρας , 2001 - 2011 (ή πλησιέστερο έτος προς το 2011)

Τυποποιημένες τιμές με βάση την ηλικία για κάθε 100000 γυναίκες.

 

10.  Έλεγχος, επιβίωση και θνησιμότητα για τον καρκίνο του μαστού.

Οι περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ έχουν υιοθετήσει προγράμματα ελέγχου του καρκίνου του μαστού,  ώστε να αντιμετωπίζεται η ασθένεια σε πρώιμο στάδιο και επομένως αποτελεσματικότερα.  Η περιοδικότητα και  οι πληθυσμιακές ομάδες, στις οποίες εφαρμόζονται τα εν λόγω προγράμματα, διαφέρουν από χώρα σε χώρα  και έχουν βρεθεί στο επίκεντρο πολλών συζητήσεων.  Οι οδηγίες της Ε.Ε. προτείνουν ότι θα πρέπει να ελέγχεται το 75% των γυναικών που μπορεί να τους εμφανιστεί η ασθένεια. Το 2011 το  ποσοστό  αυτό  υπερβαίνεται κατά 5% από την Φιλανδία, την Ολλανδία, τις Η.Π.Α. και την Αυστρία. Το χαμηλότερο ποσοστό ελέγχου παρουσιάζει η Χιλή.

Τα τελευταία χρόνια τα ποσοστά επιβίωσης (χρονικό διάστημα 5 ετών)  από το καρκίνο του μαστού έχουν  βελτιωθεί  υπερβαίνοντας το 80% με εξαίρεση την Πολωνία. Πρόσφατες μελέτες αναδεικνύουν ότι μερικές από τις διαφορές που υπάρχουν στις χώρες σχετικά με την επιβίωση θα μπορούσαν να οφείλονται στην εφαρμογή προγραμμάτων ελέγχου. Χώρες όπως η Χιλή, η Ελλάδα και η Σλοβακία δεν έχουν υιοθετήσει προγράμματα ελέγχου του καρκίνου με βάση τον πληθυσμό.

Η βελτίωση της πρόγνωσης του καρκίνου και των θεραπειών του τα τελευταία χρόνια, αντανακλάται  στα χαμηλά ποσοστά θνησιμότητας (διάγραμμα 7).

 

Διάγραμμα 7. Θνησιμότητα από τον καρκίνο του μαστού , 2001 εως 2011 (ή πλησιέστερο έτος προς το 2011)

Τυποποιημένες τιμές με βάση την ηλικία για κάθε 100000 γυναίκες.

 

Σημείωση:  όπου * μέσος όρος τριών ετών.

 

Η Ελλάδα έχει περίπου τα ίδια ποσοστά με την Ιταλία και βρίσκεται 1,4% κάτω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Επιπλέον είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα μαζί με την Ισλανδία που δε παρουσιάζει μείωση κατά τη δεκαετία 2001-2011.

 

11.  Επιβίωση και  θνησιμότητα του καρκίνου που εντοπίζεται στο ορθό και στο παχύ έντερο.  

 Η πρόοδος  στην διάγνωση και την θεραπεία του συγκεκριμένου καρκίνου έχουν αυξήσει τα ποσοστά επιβίωσης  κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Τα εν λόγω ποσοστά, στις χώρες του ΟΟΣΑ κυμαίνονται μεταξύ 58% και 61,3% για τις περιόδους 2001-06 και 2006-11 αντίστοιχα και είναι μεγαλύτερα  στις γυναίκες από ό, τι στους άνδρες.

Οι περισσότερες χώρες έχουν βιώσει στη δεκαετία 2001-2011 πτώση στη θνησιμότητα προερχόμενη από τον  εν λόγω καρκίνο. Ο μέσος όρος αυτής της μείωσης κυμαίνεται από 28.3 σε 25.0 θανάτους για πληθυσμό εκατό χιλιάδων. Η Ελλάδα έχει τα χαμηλότερα επίπεδα θνησιμότητας  από τις υπόλοιπες  ευρωπαϊκές χώρες και βρίσκεται στην 5η θέση ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ (διάγραμμα 8).

 

Διάγραμμα 8.  Θνησιμότητα για τον καρκίνο  από πού εντοπίζεται στον κόλον και στον ορθόν από το ο 2001 εως το 2011 ((ή πλησιέστερο έτος προς το 2011).

Τυποποιημένες τιμές με βάση την ηλικία για κάθε 100000 γυναίκες.

 

Σημείωση: όπου * μέσος όρος τριών ετών. 

 

12.  Προγράμματα παιδικού εμβολιασμού

Ο εμβολιασμός ενάντια στη διφθερίτιδα, στον τέτανο, στον κοκίτη  και την ιλαρά είναι μέρος όλων των εθνικών προγραμμάτων εμβολιασμού στις χώρες του ΟΟΣΑ. Τα ποσοστά εμβολιασμού ενάντια σε αυτές τις ασθένειες είναι μεγάλα σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Κατά μέσο όρο ανέρχονται σε 96% για τον κοκίτη και 94% για την ιλαρά. Κάτω από 90% εμφανίζει η Αυστρία, η Δανία, η Γαλλία, η Ν. Αφρική, η Ινδία και η Ινδονησία.

Ενώ τα εθνικά ποσοστά κάλυψης είναι υψηλά, μερικά μέρη του πληθυσμού παραμένουν εκτεθειμένα σε ορισμένες ασθένειες. Το 2013, παραδείγματος χάριν, υπήρξε ένα ξέσπασμα ιλαράς στο  βόρειο τμήμα  της Αγγλίας καθώς επίσης και σε κάποια  μέρη  της Ουαλίας. Το ξέσπασμα έχει συνδεθεί με την μείωση του ποσοστού εμβολιασμού στο 80% στις αρχές της δεκαετίας του 2000.  Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου υπήρξε έντονη κάλυψη από τα media σχετικά με την ασφάλεια του εμβολίου της ιλαράς, της  παρωτίτιδας και της  ερυθράς (MMR), με αποτέλεσμα αρκετοί γονείς να αποφασίσουν να μην εμβολιάσουν τα παιδιά τους.  Αν και αυτές οι ανησυχίες για την  ασφάλεια των εμβολίων είχαν αντικρουστεί, παραμένει σήμερα ένας μεγάλος αριθμός παιδιών που δεν είχαν εμβολιαστεί, με συνέπεια να υπάρχει αύξηση της πιθανότητας ενός ξεσπάσματος όπως αυτό του 2013.   

Για το εμβόλιο της Ηπατίτιδας Β, το οποίο είναι διαθέσιμο από το 1982, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει τα παιδιά να εμβολιάζονται το συντομότερο δυνατό και κατά προτίμηση μέσα σε 24 ώρες από τη γέννησή τους.

 

13.  Εμβολιασμός κατά της γρίπης για τους ηλικιωμένους

Το 2003 οι  χώρες που συμμετείχαν στη  Συνέλευση Παγκόσμιας  Υγείας (WHA) δεσμεύτηκαν  να εμβολιάσουν το 50% του ηλικιωμένου πληθυσμού μέχρι το 2006 και το 75% μέχρι το 2010, (WHA, 2003).  Ο πίνακας δείχνει ότι το 2011 εμβολιάστηκε στις χώρες του ΟΟΣΑ το 50% των ατόμων με ηλικία 65 ετών και πάνω.   

Πίνακας 1. Εμβολιασμός κατά της γρίπης για τους ηλικιωμένους (65 και πάνω) -2011 (ή το πλησιέστερο έτος στο 2011).

 

 

2011

Mexico

94,0

 

Korea

79,6

 

Australia

74,6

2006

Netherlands

74,0

2009

United Kingdom

74,0

 

United States

66,9

 

New Zealand

65,5

 

Belgium

65,0

2008

Canada

64,4

 

Sweden

64,0

2008

Italy

62,7

 

Chile

62,4

 

Israel

61,0

 

Spain

57,7

 

Ireland

56,3

 

Germany

56,1

2009

France

55,2

 

Japan

53,0

2010

OECD32

50,2

 

Portugal

48,3

2010

Switzerland

46,0

2010

Luxembourg

45,8

 

Denmark

45,6

2010

Greece

41,4

2009

Finland

38,5

 

Austria

36,1

2006

Hungary

29,9

 

Czech Rep.

22,1

2008

Slovak Rep.

21,9

 

Slovenia

16,0

 

Norway

14,1

 

Poland

12,9

2009

Estonia

0,9

 

 

14.  Εμπειρίες των ασθενών για την Περιπατητική φροντίδα

 Από τα μέσα της δεκαετίας του '90, έχουν υπάρξει προσπάθειες να θεσμοποιηθεί η μέτρηση και  ο έλεγχος των εμπειριών που βιώνουν οι ασθενείς. Διάφορες χώρες έχουν αναπτύξει  ερευνητικά εργαλεία  για την   συλλογή δεδομένων και ελέγχων και μάλιστα σε αρκετά κράτη  (Βρετανία, Κάτω Χώρες, Νορβηγία) έχουν ιδρύσει αρμόδιους οργανισμούς γι αυτό το σκοπό.   Σε αυτές τις χώρες,  οι εμπειρίες των ασθενών αναφέρονται σε περιοδικές εκθέσεις προερχόμενες από τα εθνικά συστήματα υγείας η αναρτώνται δημόσια σε ιστοχώρους  καταδεικνύοντας εκτός των άλλων και διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των παροχέων περίθαλψης, διαφορές μεταξύ των περιοχών καθώς και χρονικές διαφορές.

Υπάρχουν στοιχεία ότι η υποβολή αυτών των εκθέσεων έχει  προκαλέσει βελτιώσεις στη φροντίδα των ασθενών (Iversen et Al, 2011). Στη Βρετανία μάλιστα έχει ενσωματωθεί στο μηχανισμό πληρωμής των γιατρών (Department of Health, 2011).

Οι τέσσερεις δείκτες σχετίζονται  με:

1)      Εάν ο γιατρός αναλώνει αρκετό χρόνο για να συμβουλέψει τον ασθενή.

2)      Εάν ο γιατρός  εξηγεί με κατανοητό για τον ασθενή τρόπο.

3)      Εάν ο γιατρός δίνει την ευκαιρία στον ασθενή να υποβάλει τις ερωτήσεις του ή να προβάλει τις ανησυχίες του.

4)      Εάν ο γιατρός περιλαμβάνει τον ασθενή στις αποφάσεις για την περίθαλψή του και θεραπεία του.

Η Γερμανία μαζί με το Λουξεμβούργο,  την Ελβετία και την Ολλανδία είναι οι χώρες που βρίσκονται πάνω από το μέσο όρο και στους τέσσερεις δείκτες.  Επίσης,  η Τσεχία είναι σε πολύ υψηλές θέσεις στους πρώτους τρείς δείκτες αλλά στην προτελευταία θέση  όσον αφορά τον τέταρτο δείκτη.

Διαβάστηκε 6229 φορές