Αντώνης Ταργουτζίδης BSc, MBA, PhD
Υπεύθυνος Παραρτήματος Θεσσαλονίκης, Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
1. Ο επαγγελματικός κίνδυνος και το κόστος του
Τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες έχουν την ίδια ηλικία με τον άνθρωπο. Οι περισσότερες ενέργειες του, άλλωστε, είχαν παραγωγικό - εργασιακό σκοπό, ενώ τα απρόβλεπτα και ανεπιθύμητα συμβάντα με επίδραση στη σωματική του ακεραιότητα είναι αναμενόμενα κατά τη διάρκεια κάθε ενέργειας. Τα περισσότερα, άλλωστε, επιτεύγματα του ανθρώπου εμπεριέχουν μεταξύ άλλων και ανθρώπινο κόστος σε ζωές ή υγεία.
Είναι βέβαιο ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν πλήρως όλα τα ατυχήματα σε καμία δραστηριότητα του ανθρώπου αφού ο ίδιος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει με ακρίβεια τους μηχανισμούς της φύσης που καθορίζουν τη έκβαση τους. Το πλήθος, όμως, των ατυχημάτων, άρα και το μέγεθος του κινδύνου, δεν έχει κάποιο αναπόφευκτο και αντικειμενικά αποδεκτό ελάχιστο επίπεδο, ιδιαίτερα σε μία κοινωνία που εξελίσσεται ραγδαία όσον αφορά τον τρόπο εργασίας και διαβίωσης. Τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες οφείλουν να μειώνονται με το μέγιστο δυνατό ρυθμό.
Αναμφίβολα το κύριο μέρος του κόστους των εργατικών ατυχημάτων βρίσκεται στο ατομικό επίπεδο και αφορά στην απώλεια της ζωής ή της υγείας του θύματος, καθώς και στον ανθρώπινο πόνο και στην επιβάρυνση των οικείων του. Σε κοινωνικό επίπεδο, μεγάλη σημασία έχει και το ηθικό κόστος, καθώς η απώλεια ζωής ή υγείας ενός ανθρώπου κατά τη διάρκεια της εργασίας του για το βιοπορισμό του δεν είναι αποδεκτή.
Αν και δευτερεύον, το οικονομικό κόστος είναι σημαντικό και υπεισέρχεται σε όλα τα επίπεδα ανάλυσης. Στο επίπεδο του θύματος αφορά μειωμένο εισόδημα και δαπάνες περίθαλψης ή/και αποκατάστασης που δεν παρέχονται πλήρως από το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης ή την Πρόνοια και που μπορούν να οδηγήσουν το θύμα και την οικογένεια του στην οικονομική εξαθλίωση. Στο επίπεδο της επιχείρησης περιλαμβάνει κόστη διακοπής ή υποβάθμισης της παραγωγικής διαδικασίας (απουσιασμός, υλικές ζημιές, κλπ.), προστίμων και αποζημιώσεων, πλήγματος της εικόνας της επιχείρησης, κλπ.
Στο επίπεδο της Πολιτείας το κόστος μπορεί να αφορά στις δομές Πρόνοιας και παροχής υγείας (νοσοκομεία, κέντρα υγείας κλπ.) και στα ασφαλιστικά ταμεία (δαπάνες περίθαλψης/αποζημίωσης, επιδοτήσεις και αποζημιώσεις, απώλεια εισφορών, κλπ.), αλλά και εμμέσως στο Κράτος (απώλεια φόρων μελλοντικών εισοδημάτων, επιδόματα ανεργίας μη αποκατεστημένων θυμάτων, κλπ.)
2. Η ασφάλιση επαγγελματικού κινδύνου
Είναι προφανές ότι στο επίπεδο της κοινωνίας το κόστος ενός ατυχήματος/επαγγελματικής ασθένειας είναι μεγαλύτερο από το κόστος για την πρόληψη του. Γιατί, όμως, στην πορεία των χρόνων δεν έγινε αυτό αντιληπτό ώστε να δημιουργούνται κίνητρα για πρόληψη; Ο όρος που το εξηγεί είναι η «εξωτερικότητα του κόστους» (Dorman 2000), δηλαδή ότι ενώ το κόστος πρόληψης αφορά έναν φορέα (επιχειρήσεις), το κόστος του ατυχήματος αφορά κυρίως άλλους (Πολιτεία και θύματα). Έτσι εκλείπει το οικονομικό κίνητρο. Λόγω, λοιπόν, του ατελούς μηχανισμού εξισορρόπησης κόστους και οφελών από τον επαγγελματικό κίνδυνο, είναι απαραίτητη η ρύθμιση του όλου πλαισίου Bailey et al (1995):
- Η ΥΑΕ είναι δημόσιο αγαθό και επιθυμία που δεν μπορεί να επιτευχθεί από τους συνήθεις μηχανισμούς της οικονομίας ελεύθερης αγοράς. Με την άποψη αυτή συντάσσεται και σχετική μελέτη του ΟΟΣΑ (OECD 1989), η οποία αναφέρει ότι η προστασία των εργαζομένων έναντι ατυχημάτων ήταν ιστορικά η πρώτη κρατική παρέμβαση στους χώρους εργασίας, καθώς επικράτησε η άποψη ότι η κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς θα οδηγούσε σε απαράδεκτα επίπεδα συνθηκών εργασίας.
- ‘Ένα καλοσχεδιασμένο σύστημα θα δίνει κίνητρα στους εργοδότες για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος εάν τους προσφέρει οικονομικά πλεονεκτήματα.
Στις περισσότερες χώρες, η ρύθμιση αυτή ενσαρκώθηκε σε ένα σύστημα ασφάλισης επαγγελματικού κινδύνου διακριτό από την κοινωνική ασφάλιση, όπου οι επιχειρήσεις καταβάλλουν εισφορές, οι οποίες συχνά διαφοροποιούνται ανάλογα με την επικινδυνότητα του κλάδου και τις επιδόσεις της επιχείρησης στην Υγεία και Ασφάλεια της Εργασίας (ΥΑΕ). Το σύστημα αυτό είναι είτε μονοπωλιακό (κρατικό ή μη κερδοσκοπικό) είτε παραπέμπει στην ελεύθερη αγορά ασφαλιστικών υπηρεσιών. Η χώρα μας είναι μία από τις 4 (μαζί με τις Ουγγαρία, Σλοβενία, Εσθονία) χώρες της ΕΕ που δεν διαθέτει ανεξάρτητη ασφάλιση επαγγελματικού κινδύνου, αλλά ο επαγγελματικός κίνδυνος εντάσσεται στη γενική κοινωνική ασφάλιση. Τα μόνα σημεία όπου αυτός ουσιαστικά αναγνωρίζεται είναι ο διαφορετικός τρόπος υπολογισμού της σύνταξης και μία εργοδοτική εισφορά 1% σε ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων και για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων.
Στην πράξη, το εργατικό ατύχημα αναγνωρίζεται και καλύπτεται (από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) ως τέτοιο, ενώ η επαγγελματική ασθένεια αντιμετωπίζεται ως κοινή νόσος. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι παύει να έχει κόστος για το Ταμείο, απλώς δεν επιβαρύνει αποκλειστικά τον εργοδότη, αλλά και τον εργαζόμενο και τις εισφορές του.
Ακόμη και για τα εργατικά ατυχήματα, όμως, ο υπολογισμός του κόστους είναι πρακτικά αδύνατος, αφού το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δεν διατηρεί στοιχεία κόστους (π.χ. ημέρες νοσηλείας, κλπ.) ξεχωριστά για κάθε συμβάν. Το μόνο προσεγγίσιμο μέρος αφορά στις παροχές σε χρήμα (αποζημιώσεις απουσίας και συντάξεις) και μόνο για τα εργατικά ατυχήματα.
3. Οι ενδογενείς αδυναμίες του ελληνικού συστήματος
Η μόνη διαθέσιμη μελέτη (Targoutzidis et al. 2011) αφορά στο κόστος αυτό γι την περίοδο πριν την κρίση (2007) και διακρίνει τις ενδογενείς αιτίες που καθιστούν μη βιώσιμο ακόμη και αυτό το τμήμα.
Κατά την περίοδο 1983-2007, οι μισθοί αυξήθηκαν περίπου 3 φορές, οι εισφορές παρέμειναν σταθερές και η απασχόληση αυξήθηκε, ενώ παράλληλα τα εργατικά ατυχήματα μειώθηκαν κατά 67%. Αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει σε βελτίωση της βιωσιμότητας του συστήματος ασφάλισης επαγγελματικού κινδύνου. Αυτό, όμως, δε συμβαίνει για δύο λόγους:
Α. Προβλήματα στις επιδοτήσεις προσωρινής αναπηρίας
Οι επιδοτήσεις προσωρινής αναπηρίας συμβαίνουν εντός του έτους, οπότε τα δεδομένα της περιόδου ασφάλισης ταυτίζονται με αυτά της περιόδου επιδότησης. Έτσι, για ένα βιώσιμο σύστημα πρέπει να ισχύει:
Εισφορές ≥ Επιδοτήσεις, δηλαδή:
Ν∙300∙W1∙r ≥ Ν∙p1∙d1∙W1∙c1, όπου:
-
- 300 το πλήθος των ημερών ασφάλισης ανά έτος
- Ν το πλήθος των άμεσα ασφαλισμένων
- W το μέσο ημερομίσθιο
- r το ποσοστό εισφορών
- p η πιθανότητα ατυχήματος (δηλ. Πλήθος ατυχημάτων ανά σύνολο εργαζομένων)
- d η μέση διάρκεια επιδότησης ανά ατύχημα
- c το ποσοστό επιδότησης επί του ημερομισθίου
Απλοποιώντας τους κοινούς παράγοντες: 300∙r ≥ p1∙d1∙c1, και εφαρμόζοντας σε μεταγενέστερο χρόνο, 300∙r ≥ p2∙d2∙c2. Για να είναι βιώσιμο το σύστημα θα πρέπει p2∙d2∙c2 ≤ p1∙d1∙c1, ή αλλιώς (p1/p2)∙(d1/d2)∙(c1/c2)≥1.
Ο συντελεστής μείωσης ατυχημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μεταξύ 1983 και 2006 είναι 3,02, ο οποίος, προσαρμοσμένος με την αύξηση 27,4% στην απασχόληση οδηγεί σε λόγο (p1/p2)=3,85. Αντίθετα, όμως, ο μέσος αριθμός ημερών επιδότησης ανά ατύχημα την ίδια περίοδο αυξήθηκε από 20,71 to 37,8, ήτοι d1/d2= 0,55. Παρότι από μόνη της αυτή η συνέπεια δεν αντισταθμίζει το 1:3,85, υπάρχει και μία «κρυμμένη» επίπτωση. Το ΙΚΑ για τις πρώτες 15 ημέρες καταβάλλει τη μισή επιδότηση από ότι για τις επόμενες ημέρες. Έτσι, οι 20,71 ημέρες επιδότησης μεταφράζονται σε (15/2)+5,71=13,21 ισοδύναμα πλήρους ημερήσιας αποζημίωσης, ενώ 37,8 ημέρες μεταφράζονται σε (15/2)+22,8=30,5. Με άλλα λόγια, παρότι τα ποσοστά επιδότησης παραμένουν σταθερά c1/c2=0,43. Έτσι, (p1/p2)∙(d1/d2)∙(c1/c2)= 0,91, δηλαδή αρκετά κάτω της μονάδας που απαιτείται για τη βιωσιμότητα.
Β. Προβλήματα στις συντάξεις μόνιμης αναπηρίας.
Για τη μόνιμη αναπηρία λόγω του χρόνου μεταξύ ασφάλισης και αποζημίωσης δεν ισχύει η ταυτότητα των δεδομένων. Όμως, μία ανάλυση των δεδομένων για το 2007 οδηγεί στα εξής συμπεράσματα:
- Υπήρχαν 13.795 ενεργές συντάξεις το 2007.
- Υπήρξαν 166 νέες συντάξεις το 2007 (οι υπόλοιπες από τις 296 ήταν υφιστάμενες που άλλαξαν δικαιούχο).
Με άλλα λόγια, το σύστημα είναι επιβαρυμένο με υφιστάμενες συντάξεις 13.795/166=83 φορές περισσότερες από τις νέες, ή αλλιώς με συντάξεις 83 ετών ισοδύναμων του 2007. Αυτό ξεπερνά κατά πολύ τον εργασιακό βίο των 35 ετών που θα καθιστούσε το σύστημα βιώσιμο και οφείλεται στο οπισθοβαρές του συστήματος. Εφόσον οι ετήσιες εισφορές στοχεύουν (εν μέρει) στην κάλυψη πιθανών μελλοντικών συντάξεων, δεν θα έπρεπε να εξυπηρετούν ετήσια κόστη συντάξεων περισσότερα από 35 φορές το πλήθος των νέων συντάξεων κατά το έτος καταβολής.
4. Συμπέρασμα
Σε έναν ανεξάρτητο (αυτοχρηματοδοτούμενο) φορέα, τα προβλήματα αυτά θα εμφανιζόταν άμεσα και έγκαιρα ως ταμειακό έλλειμμα, το οποίο, όμως, στην περίπτωση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αφομοιώνεται στο σύνολο. Τα παραπάνω δεδομένα πολλαπλασιάζονται αν συνυπολογιστεί και το κόστος παροχών σε είδος (ιατροφαρμακευτική και νοσηλευτική δαπάνη), καθώς και το συνολικό κόστος των επαγγελματικών ασθενειών που δεν αναγνωρίζονται. Παρόλο που η επίδραση της ύφεσης δεν συνυπολογίζεται στη μελέτη αυτή, είναι προφανής, καθώς η μείωση της απασχόλησης (άρα και των εισφορών) δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από τη μείωση των εργατικών ατυχημάτων (όπως φάνηκε και στην προηγούμενη περίοδο) λόγω της οπισθοβαρούς φύσης του συστήματος (συνεχίζονται οι συντάξεις των προγενέστερων ατυχημάτων).
Το κόστος του επαγγελματικού κινδύνου είναι, λοιπόν, μία ανοιχτή πληγή των ασφαλιστικών ταμείων που δεν μπορεί να αγνοηθεί στο όποιο πλαίσιο εξυγίανσης τους. Τέτοιας φύσης προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν παρά μόνο με τη διακριτή ασφάλιση επαγγελματικού κινδύνου ακόμη και αν δεν προκριθεί η λύση του ανεξάρτητου φορέα.
Αναφορές
Dorman P. 2000. The Economics of Safety, Health and Well-Being at Work: An Overview. InFocus Program on SafeWork, International Labour Organisation, The Evergreen State College. Available at: www.ilo.org/public/english/protection/safework/papers/ecoanal/ecoview.pdf
Bailey et al (1995), “An Innovative Economic Incentive Model for Improvement of the Working Environment in Europe”, Luxemburg, Office for Official Publications of the European Communities, ISBN 92-827-4912-6
OECD 1989. Occupational Accidents in OECD Countries. url:www.oecd.org/dataoecd/63/54/3888265.pdf.
Targoutzidis, A, Koukoulaki, T, Pinotsi, D, Skiadas Pappa, M. (2011): “Original sins of insurance systems: The case of the Greek occupational risk insurance scheme, IKA-ETAM”, International Journal of Contemporary Economics and Administration Sciences, vol. 1, No 2.